Διαβάστε έγκυρες απαντήσεις σε συχνές ερωτήσεις από τον ψυχολόγο Μανουλάκα Βασίλειο στην Λάρισα.
Ποιές είναι οι πιο συχνές διαταραχές
Κρίσεις Πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία
- Βιώνουμε ξαφνικό και έντονο άγχος που κορυφώνεται μέσα σε λίγα λεπτά.
Τα συμπτώματα του άγχους μπορεί να είναι: - σωματικά όπως ταχυπαλμία, δύσπνοια, τρόμος, ιδρώτας, ρίγος, ζάλη, ναυτία, πόνοι ή ενόχληση στο στήθος,
- γνωστικά (σκέψεις) όπως ο φόβος ότι θα χάσουμε τον έλεγχο, θα τρελαθούμε ή θα πεθάνουμε,
- συμπεριφορικά όπως ότι αποφεύγουμε μέρη, καταστάσεις και πρόσωπα που μπορεί να μας αγχώσουν, ή χρησιμοποιούμε συμπεριφορές για να αποφύγουμε το άγχος μέσα στις καταστάσεις αυτές. Για παράδειγμα, δεν μένουμε μόνοι στο σπίτι, δε βγαίνουμε έξω, βγαίνουμε μαζί με κάποιον άλλο, δεν μπαίνουμε σε ασανσέρ, δεν πάμε σε μέρη με πολύ κόσμο, καθόμαστε κοντά στις εξόδους, δεν ταξιδεύουμε κ.α.
- Πολύ συχνά μπορεί να εμφανιστεί και το λεγόμενο άγχος αναμονής, δηλαδή έντονη ανησυχία ότι οι κρίσεις πανικού θα ξανασυμβούν με αποτέλεσμα να φοβόμαστε το άγχος και να αποφεύγουμε οποιαδήποτε κατάσταση θα μπορούσε να μας αγχώσει.
Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή:
- Βιώνουμε σχεδόν κάθε μέρα, για μεγάλο χρονικό διάστημα της ημέρας, και χωρίς να μπορούμε να την ελέγξουμε, υπερβολική και έντονα ανήσυχη σκέψη για διάφορες καταστάσεις ή γεγονότα, όπως είναι η οικογένεια, οι φίλοι, η δουλειά, η υγεία, τυχόν φυσικές καταστροφές κ.ά.
- Οι σκέψεις αυτές συνήθως παίρνουν τη μορφή καταστροφικών σεναρίων του τύπου «τι θα γίνει αν…» αναφορικά με το μέλλον (π.χ. «τι θα γίνει αν αποτύχω στο μάθημα», «τι θα γίνει αν απολυθώ», «τι θα γίνει αν χωρίσω» κ.ά.).
- Συχνά μπορεί να πιστεύουμε ότι η διαδικασία αυτή μας προστατεύει από αρνητικές συνέπειες ή δείχνει ότι είμαστε καλοί άνθρωποι.
- Δεν αντέχουμε τις αβέβαιες καταστάσεις και προσπαθούμε με διάφορους τρόπους να μειώσουμε την αβεβαιότητα στη ζωή μας (π.χ. θέλουμε να τα κάνουμε όλα μόνοι μας, είμαστε αναποφάσιστοι και αμφισβητούμε αποφάσεις που μόλις πήραμε, ζητάμε καθησυχασμό από τους άλλους, ελέγχουμε υπερβολικά ένα μήνυμα πριν το στείλουμε).
- Βιώνουμε μία πληθώρα συμπτωμάτων όπως υπερένταση, κούραση, ζάλη, ναυτία, ένταση ή πόνο στους μυς, όπως ο αυχένας και οι ώμοι, δυσκολία να κοιμηθούμε και να συγκεντρωθούμε, τρομάζουμε εύκολα, έχουμε κρύα χέρια, ή ιδρώνουμε.
Κοινωνική Φοβία:
- Είναι ο έντονος φόβος που νιώθουμε πριν ή κατά τη διάρκεια μίας κοινωνικής κατάστασης στην οποία θα πάρουμε ενεργό μέρος ή απλά θα παρευρεθούμε, και μπορεί να υπάρχουν άγνωστα σε εμάς άτομα.
- Φοβόμαστε ότι μπορεί να συμπεριφερθούμε με τρόπο που μπορεί να μας φέρει σε δύσκολη θέση, και πως οι άλλοι θα είναι πολύ επικριτικοί μαζί μας.
- Προσπαθούμε να αποφύγουμε ή υπομένουμε με μεγάλη δυσφορία καταστάσεις όπως η παρουσίαση μιας εργασίας, η ομιλία μπροστά σε κόσμο, η συζήτηση με άγνωστα άτομα, το να εκφράσουμε την άποψή μας, το να μιλάμε με πρόσωπα που έχουν κάποιο βαθμό εξουσίας, το να βγούμε ραντεβού ή ακόμα και το να τρώμε ή να πίνουμε μπροστά σε άλλους.
- Βιώνουμε έντονα σωματικά συμπτώματα, όπως ταχυκαρδία, κοκκίνισμα στο πρόσωπο, δύσπνοια, ναυτία, ζάλη.
- Πιστεύουμε ότι δεν είμαστε οι ίδιοι υπεύθυνοι για τα «καλά» πράγματα που μας συμβαίνουν, αλλά εξωτερικοί παράγοντες (π.χ. «δεν ευθύνομαι εγώ που μου χαμογέλασε, αλλά είχε καλή διάθεση»), ενώ, αντίθετα, θέτουμε πολύ υψηλά στάνταρ για τη συμπεριφορά μας σε κοινωνικές καταστάσεις, και πιστεύουμε ότι και οι άλλοι άνθρωποι περιμένουν πολλά από μας (π.χ. «δεν πρέπει να φαίνομαι αγχωμένος», «δεν πρέπει ποτέ να προσβάλω τους άλλους»).
- Αμφισβητούμε τις κοινωνικές μας δεξιότητες (π.χ. «είμαι κοινωνικά αδέξιος», «δεν μπορώ να συζητήσω») ή πιστεύουμε ότι δε θα πετύχουμε αυτό που θέλουμε (π.χ. «δε θα καταφέρω να πείσω τον άλλο»).
- Μας είναι πολύ δύσκολο να ακούσουμε τι λέει ο άλλος, επειδή σκεφτόμαστε τι θα πούμε μετά, αν φαινόμαστε αγχωμένοι ή αν έχουμε κοκκινίσει..
- Τα σωματικά συμπτώματα και η επικέντρωση στις σκέψεις μπορεί να μας εμποδίσουν να έχουμε αποτελεσματική κοινωνική συμπεριφορά, κάτι που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι φόβοι μας είναι ρεαλιστικοί και οι καταστάσεις είναι όντως απειλητικές.
Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική Διαταραχή:
- Έχουμε έντονες και επαναλαμβανόμενες σκέψεις ή εικόνες που, αν και αναγνωρίζουμε ότι δεν ανταποκρίνονται απόλυτα στην πραγματικότητα, μας προκαλούν μεγάλη ενόχληση (ψυχαναγκασμοί), όπως ότι θα μολυνθούμε, δεν κλειδώσαμε το αυτοκίνητο, δεν κλείσαμε το θερμοσίφωνο, πρέπει να τακτοποιήσουμε τα ρούχα, θα κάνουμε κακό σε δικούς μας ανθρώπους, είμαστε υπεύθυνοι για γεγονότα που συμβαίνουν γύρω μας, ή ακόμα μπορεί να αφορούν σεξουαλικές και θρησκευτικές φαντασιώσεις.
- Για να τις αντιμετωπίσουμε προσπαθούμε είτε να τις αγνοήσουμε είτε να τις εξουδετερώσουμε με κάποια άλλη σκέψη ή πράξη (καταναγκασμός), που παίρνουν τη μορφή υποχρεωτικών κανόνων, όπως να πλένουμε τα χέρια και το σώμα μας πάρα πολύ συχνά, να ελέγχουμε ξανά και ξανά αν κλειδώσαμε ή αν κλείσαμε κάποια ηλεκτρική συσκευή, να τακτοποιούμε συνέχεια το σπίτι, να χρησιμοποιούμε συγκεκριμένους τρόπους για να περπατάμε (τελετουργίες), ή να ζητάμε συχνά επιβεβαίωση και καθησυχασμό από τους άλλους.
- Αποφεύγουμε καταστάσεις ή μέρη που σχετίζονται με τις σκέψεις αυτές, όπως είναι οι χειραψίες, η κουζίνα (όπου υπάρχουν μαχαίρια), το μπάνιο, ιατρεία ή νοσοκομεία.
Κατάθλιψη:
- Νιώθουμε έντονη καταθλιπτική διάθεση σχεδόν κάθε μέρα για μεγάλο διάστημα της ημέρας, ενώ μπορεί να χάσουμε το ενδιαφέρον ή την ευχαρίστηση για καταστάσεις που πριν μας ενδιέφεραν ή μας ευχαριστούσαν.
- Δε θέλουμε να βγούμε έξω, να βρισκόμαστε με άλλους, να σηκωθούμε από το κρεβάτι, να πάμε στη δουλειά, ενώ σταματάμε συνήθειες που είχαμε παλαιότερα, όπως το γυμναστήριο, το τρέξιμο ή η βραδινή έξοδος.
- Αντιμετωπίζουμε δυσκολίες στον ύπνο (αϋπνία, υπερυπνία),συγκεντρωνόμαστε δύσκολα, χάνουμε ή κερδίζουμε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα σημαντικό βάρος, νιώθουμε κουρασμένοι και χωρίς ενέργεια
- Πιστεύουμε ότι είμαστε ένοχοι για όλα, ότι δεν αξίζουμε, ενώ, συχνά, κάνουμε σκέψεις θανάτου («πώς θα ήταν να πέθαινα»), ή ακόμα και σκέψεις αυτοκτονίας.
Διπολική Διαταραχή:
- Η διπολική διαταραχή, ή μανιοκατάθλιψη όπως ονομαζόταν παλαιότερα, αποτελεί μία χρόνια, σοβαρή, και κουραστική για το ίδιο το άτομο, αλλά και για το κοντινό του περιβάλλον, κατάσταση που χαρακτηρίζεται από έντονα σκαμπανεβάσματα στη διάθεση, τα οποία προκαλούν δυσλειτουργία σε διάφορους τομείς της ζωής του, είναι επαναλαμβανόμενα, και παίρνουν τη μορφή καταθλιπτικών, υπομανιακών ή μανιακών επεισοδίων.
- Η διάθεση από έντονα καταθλιπτική ή αγχωμένη μπορεί να μετατραπεί σε μανιακή ή υπομανιακή, δηλαδή έντονα ανεβασμένη, διαχυτική ή ευερέθιστη, με διογκωμένη αυτοεκτίμηση ή σκέψεις μεγαλείου (π.χ. «είμαι ο καλύτερος», «αν θέλω, μπορώ να πετύχω τα πάντα»), ελαττωμένη ανάγκη για ύπνο, μεγαλύτερη, απ’ ότι συνήθως, ομιλητικότητα, σκέψεις που μοιάζουν ασυγκράτητες, εύκολα διασπώμενη προσοχή, αύξηση των δραστηριοτήτων, και υπερβολική εμπλοκή σε ευχάριστες δραστηριότητες, που μπορεί όμως να έχουν οδυνηρές συνέπειες (π.χ. μεγάλες αγορές, αδιάκριτη σεξουαλική συμπεριφορά, ξαφνικές και χωρίς σχέδιο επενδύσεις).
- Μπορεί να συνυπάρχουν καταθλιπτικά και μανιακά συμπτώματα, κάτι που ονομάζεται μικτό επεισόδιο.
- Τα επεισόδια αυτά (καταθλιπτικά, υπομανιακά, μανιακά, ή μικτά) μπορεί να εμφανίζονται λόγω στρεσογόνων παραγόντων, αλλά και ξαφνικά χωρίς προφανή αιτία.
- Κάθε χρόνο συμβαίνουν νέες εξελίξεις στη θεραπεία της διπολικής διαταραχής και οι έρευνες δείχνουν ότι ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής και ψυχοθεραπείας είναι ο πιο αποδοτικός στην αντιμετώπισή της.
- Η Γνωστική Συμπεριφορική θεραπεία μπορεί να βοηθήσει στην προετοιμασία και πρόληψη από μελλοντικά επεισόδια μέσα από την εκμάθηση μεθόδων πρώιμης αναγνώρισης των συμπτωμάτων, τη διαχείριση του στρες, και την επίλυση προβλημάτων.
Ψυχογενής Βουλιμία:
- Βιώνουμε επεισόδια υπερφαγίας, κατά τη διάρκεια των οποίων τρώμε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες από ότι κανονικά, ενώ πιστεύουμε ότι δε μπορούμε να το ελέγξουμε.
- Νιώθουμε ντροπή, ενοχές και κάνουμε αρνητική κριτική στον εαυτό μας.
- Όταν τελειώσει το επεισόδιο, προσπαθούμε να αποβάλουμε το φαγητό που καταναλώσαμε είτε κάνοντας χρήση καθαρτικών ή διουρητικών είτε προκαλώντας τεχνητά εμετό, ενώ, παράλληλα, μπορεί να επιδιδόμαστε σε έντονη νηστεία και σωματική άσκηση, ώστε το βάρος μας να παραμείνει σταθερό.
- Προσπαθούμε να αποκρύψουμε τη συμπεριφορά αυτή από τους άλλους και αντιμετωπίζουμε προβλήματα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις (π.χ. αποφεύγουμε να βγούμε για φαγητό με άλλους).
Συχνές
ερωτήσεις
Γιατί βιώνουμε ψυχολογικές δυσκολίες;
- Σημαντικό ρόλο στη δημιουργία και συντήρηση των ψυχολογικών δυσκολιών παίζουν ή έπαιξαν:
- Η κληρονομικότητα, δηλαδή η πιθανότητα να εμφανίσεις κάποιο χαρακτηριστικό που έχει τώρα ή είχε στο παρελθόν κάποιο στενό οικογενειακό πρόσωπο.
- Βιολογικοί παράγοντες, όπως είναι η λειτουργία ορμονών ή του εγκεφάλου.
- Οι οικογενειακές εμπειρίες, δηλαδή ο τρόπος που σου φέρονται ή σου φέρονταν στο παρελθόν οι γονείς σου, τα αδέρφια σου και άλλα σημαντικά για εσένα πρόσωπα.
- Οι σημαντικές ή τραυματικές εμπειρίες της ζωής σου, όπως η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, μία αποτυχία στο σχολείο, η κακοποίηση κ.α.
- Ο τρόπος που σκέφτεσαι, που συμπεριφέρεσαι και που επικοινωνείς σήμερα.
Πότε κάποια ψυχολογική δυσκολία μπορεί να θεωρηθεί διαταραχή;
- Δεν αποτελούν όλες οι δυσκολίες, που μπορεί να αντιμετωπίσουμε, ψυχολογικές διαταραχές. Ένα πρόβλημα ή μία ενοχλητική ψυχολογική κατάσταση για να θεωρηθεί διαταραχή, δηλαδή για να χρήζει ψυχολογικής θεραπείας, χρειάζεται:
- να έχει υψηλή ένταση,
- να έχει μεγάλη διάρκεια,
- να συμβαίνει συχνά,
- να προκαλεί έντονη δυσφορία στο άτομο ή να το κάνει να δυσλειτουργεί σε βασικούς τομείς της ζωής του, όπως είναι η οικογένεια, το σχολείο, η εργασία και οι σχέσεις με τους άλλους.
Να επιλέξω ψυχίατρο ή ψυχολόγο;
- Ο ψυχίατρος ασχολείται κυρίως με τη διάγνωση και τη φαρμακευτική παρακολούθηση ψυχολογικών διαταραχών, ενώ στην περίπτωση που έχει ειδικευθεί σε κάποια ψυχολογική θεραπεία, τότε είναι σε θέση να λειτουργεί και ψυχοθεραπευτικά.
- Ο ψυχολόγος ασχολείται με την παρατήρηση και καταγραφή της ανθρώπινης συμπεριφοράς, καθώς και των εσωτερικών διεργασιών (σκέψεις, συναισθήματα, κίνητρα) που την προκαλούν. Είναι σε θέση να διαγνώσει ψυχολογικές διαταραχές και να βοηθήσει το άτομο μέσα από ψυχοθεραπευτικές μεθόδους και τεχνικές να μάθει να αναγνωρίζει και να αντιμετωπίζει τα προβλήματά του.
- Κάποιες φορές μπορεί να χρειαστεί συνεργασία των δύο ειδικών, ειδικά σε προβλήματα στα οποία η φαρμακευτική αγωγή είναι απαραίτητη.
Φάρμακα ή ψυχοθεραπεία;
- Για τις πιο συχνές ψυχολογικές ενοχλήσεις (όπως το άγχος, ο πανικός, η θλίψη, ο θυμός) η έρευνα μέχρι στιγμής δείχνει ότι η φαρμακευτική αντιμετώπιση έχει τα ίδια αποτελέσματα με συγκεκριμένες ψυχολογικές θεραπείες (όπως η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία), όμως η ψυχοθεραπεία έχει πιο μακροχρόνια αποτελέσματα. Δηλαδή, τα άτομα που στηρίζονται μόνο στη φαρμακευτική αγωγή έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν και πάλι τα ενοχλητικά συμπτώματα μετά το τέλος της αγωγής.
- Σε κάποιες βεβαρημένες ψυχολογικές διαταραχές, όπως η αυτοκτονικότητα, η ψύχωση, η διπολική διαταραχή κ.α. η φαρμακευτική αντιμετώπιση κρίνεται απαραίτητη. Όμως και πάλι η έρευνα δείχνει ότι μέσα από την παράλληλη ψυχοθεραπευτική υποστήριξη το άτομο δέχεται πιο εύκολα τη φαρμακευτική αγωγή, κατανοεί καλύτερα αυτό που του συμβαίνει και μαθαίνει τρόπους ώστε να είναι πιο λειτουργικό στην καθημερινότητά του.
Ποια είναι τα τυπικά προσόντα ενός ψυχολόγου;
- Χρειάζεται να έχει πτυχίο Ψυχολογίας από κάποιο αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο της Ελλάδας ή χώρας του εξωτερικού.
- Χρειάζεται να έχει άδεια άσκησης επαγγέλματος.
- Εάν δουλεύει ως ψυχοθεραπευτής, είναι απαραίτητο να έχει ειδικευθεί σε κάποια μορφή ψυχολογικής θεραπείας.
- Είναι πολύ σημαντικό να διερευνούμε τα τυπικά προσόντα του επαγγελματία με τον οποίο αποφασίζουμε να συνεργαστούμε, επειδή αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να διασφαλίσουμε την ποιότητα των υπηρεσιών που θα λάβουμε.
Βιβλιογραφία:
- American Psychiatric Association (2000). Diagnostic and statistical manual of mental disorders fourth edition text revision. Washington DC: Συγγραφέας.
- Basco M. R., Rush A. J. (2005). Cognitive-Behavioral Therapy for Bipolar Disorder Second Edition. New York: The Guilford Press.
- Dugas, M. J. & Robichaud, M. (2007). Cognitive – Behavioral Treatment of Generalized Anxiety Disorder from Science to Practice. New York: Routledge.
- Hopeetal. (2000). Αντιμετώπισε το Κοινωνικό Άγχος.ΓκόγκαΠ., Κωνσταντινίδης Λ. (Μτφ) (2009). Εκδόσεις Πατάκη.
- Newman C. F. (2002). Η γνωστική θεραπεία της διπολικής διαταραχής. Από Σίμος Γ., Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία Ένας Οδηγός για την Κλινική Πράξη (σελ.113). Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
- Nordqvist C. «What Is Bipolar Disorder? What Causes Bipolar Disorder?» (2012). Medical News Today. MediLexicon, Intl. & (2013). http://www.medicalnewstoday.com/articles/37010.php